προσμένω

προσμένω
ΝΜΑ, και δωρ. τ. ποτιμένω Α
1. περιμένω με χαρά και ανυπομονησία κάποιον, ιδίως ένα πολύ αγαπητό πρόσωπο, καρτερώ («σε προσμένω πάντοτε / νύχτα κι αυγή και μέρα», Παλαμ.)
2. (σχετικά με ποθητές καταστάσεις ή γεγονότα) περιμένω ελπίζοντας, προσδοκώ
3. αναμένω ένα γεγονός τού οποίου η επέλευση θεωρείται βέβαιη ή αρκετά πιθανή (α. «στόμα μαχαίρας, βάσανα / κλαύματα φυλακής / τότε ας προσμένη», Κάλβ.
β. «δορίκτυπον ἀλαλάν... προσμένοι», Πίνδ.)
4. (για γεγονότα ή καταστάσεις) πρόκειται να ακολουθήσω, επίκειμαι
αρχ.
1. μένω σε μια κατάσταση, παραμένω
2. εμμένω σε κάτι, επιμένω
3. μένω πιστός σε κάποιον, αφοσιώνομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ-* / ποτί* + μένω].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προσμένω — bide pres subj act 1st sg προσμένω bide pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμένω — (παρατατ. πρόσμενα) βλ. πίν. 178 (μόνο στον ενεστ. και παρατατ.) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • προσμενῶ — προσμένω bide fut ind act 1st sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμένω — πρόσμεινα, αναμένω, ελπίζω, καρτερώ: Κι ακουμπισμένη σ ένα παραθύρι... προσμένει το φτωχό καραβοκύρη (Πορφύρας) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προσμένετε — προσμένω bide pres imperat act 2nd pl προσμένω bide pres ind act 2nd pl προσμένω bide imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμένῃ — προσμένω bide pres subj mp 2nd sg προσμένω bide pres ind mp 2nd sg προσμένω bide pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμεινάντων — προσμένω bide aor part act masc/neut gen pl προσμένω bide aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμεμενηκότα — προσμένω bide perf part act neut nom/voc/acc pl προσμένω bide perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμεμένηκεν — προσμένω bide perf ind act 3rd sg προσμένω bide plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσμενεῖ — προσμένω bide fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) προσμένω bide fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”